Σάββατο 7 Ιουνίου 2008

Νίκος Σεργιανόπουλος - Περί Μεταθανάτιας Σήψης και Πτωματοφαγίας


Το λυπηρό γεγονός του βίαιου θανάτου του ηθοποιού Νίκου Σεργιανόπουλου και η αηδία που μου προκάλεσαν στο σύνολό τους τα τηλεοπτικά «παιανικά» μνημόσυνα λογίδρια των τελευταίων ημερών στάθηκαν αφορμή να ανασύρω από το μνημονικό μου κάποιες γνώσεις της Ιατροδικαστικής και, πιο συγκεκριμένα, του κλάδου της Ιατροδικαστικής Εντομολογίας, που είχα συνειδητά απωθήσει ως τώρα στα ντουλάπια του υποσυνειδήτου μου. Δε θα σε ταλαιπωρούσα φίλε μου αναγνώστη με τέτοιες ανατριχιαστικές λεπτομέρειες περί θανάτου αν δεν είχα συγκεκριμένο λόγο για κάτι τέτοιο, λόγο που υπόσχομαι να εξηγήσω μετά την ιατροδικαστική ανασκόπηση. Εξάλλου, δεν είμαι δα και ο πρώτος που θα σου μιλήσει για την αποσύνθεση των πτωμάτων. Είσαι αρκετά εξοικειωμένος με το θάνατο από τις πάμπολλες αστυνομικές ταινίες που έχεις δει…

Αμέσως μετά το βιολογικό θάνατο ξεκινά η σήψη του νεκρού που δεν είναι τίποτε άλλο από την κατά στάδια αποικοδόμηση της μεγαλομοριακής οργανικής ύλης από την οποία αποτελούνται οι ανθρώπινοι ιστοί σε απλούστερες χημικές ενώσεις υπό την επίδραση αερόβιων και αναερόβιων μικροοργανισμών. Το πτώμα σήπτεται τόσο από τους δικούς του μικροοργανισμούς, που ανέκαθεν φιλοξενούσε εντός των σπλάγχνων του, όσο και από μικροοργανισμούς του περιβάλλοντός του. Ο ρυθμός δε της σήψης εξαρτάται από περιβαλλοντικούς παράγοντες, όπως είναι η θερμοκρασία, η υγρασία, ο αέρας, καθώς και από την ίδια την αιτία που προκάλεσε το θάνατο. Το πρώτο σημάδι της σήψης είναι μια μικρή πράσινη κηλίδα στο δεξιό λαγόνιο βόθρο ύπερθεν του τυφλού (τμήμα του εντέρου) και πρωτοεμφανίζεται, ανάλογα με την εποχή του χρόνου που επισυμβαίνει ο θάνατος, στις 12 ως και 48 ώρες. Έπειτα, η κοιλιά πρασινίζει ολάκερη και φουσκώνει σαν το μπαλόνι έτοιμη να ραγεί, χύνοντας τα συσσωρευμένα δύσοσμα υγρά που αθροίζονταν εντός της.

Η σήψη φυσιολογικά θα προχωρήσει ως την πλήρη διάλυση (αυτό που κοινώς ονομάζουμε αποσύνθεση) του πτώματος, για να απομείνουν μονάχα ασύνδετα τα οστά, τα δόντια και οι τρίχες. Πέραν των μικροοργανισμών, στη διάλυση αυτή συνεπικουρούν διάφορα σμήνη εντόμων, που κατατρώγουν αλληλοδιάδοχα σε οχτώ διαφορετικές αλλά αλληλοεπικαλυπτόμενες χρονικές φάσεις το πτώμα. Το πρώτο σμήνος εντόμων αποτελείται από την τάξη των διπτέρων της οικογένειας των μυγών και κάνει την έφοδό του πριν καν ακόμη ενταφιαστεί το πτώμα. Αυτά τα πτωματοφάγα έντομα προσελκύονται από την οσμή που αναδίδεται κατά τη σήψη και αφήνουν τα ωά τους κατά εκατοντάδες πάνω στις φυσιολογικές σχισμές του σώματος, όπως είναι τα βλέφαρα, οι ρώθωνες, οι γωνίες του στόματος και οποιαδήποτε τυχόν λύση της συνέχειας του δέρματος. Οι σκώληκες που θα εκκολαφθούν μέσα σε 8 έως 14 ώρες θα αρχίσουν να καταβροχθίζουν με ακόρεστη λαιμαργία τα μαλακά μόρια. Μέσα σε 10-12 ημέρες, όταν θα έχουν πια γεμίσει τα σωθικά τους με «φαγητό», θα μεταμορφωθούν σε νύμφες και σε άλλες 6-12 ημέρες θα προκύψουν απ’ αυτές νέα τέλεια έντομα που θα συνεχίσουν με τη σειρά τους το τρελό φαγοπότι. Κάποτε έρχεται να επιδράμει το δεύτερο σμήνος που ανήκει κι αυτό στην οικογένεια των μυγών και που εισχωρεί όμοια από τις ίδιες φυσιολογικές σχισμές μες στη νεκρή σάρκα.

Καθώς αλλάζουν διαρκώς οι χημικές αλλοιώσεις που υφίσταται το πτώμα, αλλάζουν όμοια και οι οσμές που αυτό αναδίδει. Περί τον τρίτο μήνα η οσμή που κυριαρχεί είναι εκείνη του ταγγού λίπους. Αυτή τρελαίνει τα κολεόπτερα και πεταλούδες από εκείνες που ελκύονται από το φως και πετούν γύρω του μέχρι να καούν αθέλητα συνεπαρμένες από το βασανιστικό αυτοκτονικό τους ντελίριο. Αυτά αποτελούν το λεγόμενο τρίτο σμήνος.

Το τέταρτο σμήνος ελκύεται από τα προϊόντα της τυροειδούς ζύμωσης και εκφύλισης των λευκωματοειδών ουσιών. Το πέμπτο σμήνος (επίσης αποτελείται από δίπτερα και κολεόπτερα) οσμίζεται τάχιστα τις οσμές της επερχόμενης αμμωνιακής ζύμωσης των ιστών και εφορμά με τη σειρά του για να λάβει μέρος στο λουκούλειο γεύμα. Έπειτα έρχεται το έκτο σμήνος, αποτελούμενο από αραχνοειδή και ακάρεα (ναι, είναι αυτά που συχνά βλέπουμε έντρομοι να ξετρυπώνουν από τις άδειες κόγχες των νεκροκεφαλών στις ταινίες τρόμου) και τελικά η οπισθοφυλακή, δηλαδή το έβδομο και όγδοο σμήνος αποτελειώνουν πανηγυρικά τη διεργασία της πλήρους απογύμνωσης του πτώματος. Ο πόλεμος έχει πλέον τελειώσει και έχει νομοτελειακά κερδηθεί από τα σμήνη. Τα απογυμνωμένα οστά του res που κάποτε ήταν άνθρωπος λιάζονται τώρα πια στον ήλιο, ολοκάθαρα και σεπτά σαν τα χιλιόχρονα αρχαία μάρμαρα…

Ο χρόνος που χρειάζεται για να διαλυθεί τελείως ένα πτώμα ποικίλλει ανάλογα με τις συνθήκες του περιβάλλοντος και ακόμη ανάλογα με το αν το πτώμα έχει ταφεί, ή έχει αφεθεί εκτεθειμένο πάνω στη γη για να σαπίσει.

Μήπως όλα τα παραπάνω σου φαίνονται αηδιαστικά; Μήπως αγγίζουν αποτρόπαια τις ευαίσθητες χορδές σου; Μήπως διακατέχεσαι από κάποιο συναίσθημα ανατριχίλας που γλιστρά απ’ άκρου εις άκρον πάνω στη σπονδυλική σου στήλη, όμοια όπως όταν ακούς το ξύσιμο των νυχιών πάνω στην επιφάνεια ενός μαυροπίνακα; Έλα τώρα… πάψε να είσαι τόσο ντελικάτος κι επιτηδευμένα αγνός! Δεν είναι δυνατό να σε αναστατώνει μια φυσική διαδικασία, όπως αυτή της αποσύνθεσης ενός πτώματος, την ίδια στιγμή που θέλγεσαι από μια άλλη διαδικασία, μιαν άλλης μορφής αποσύνθεση: τη λαίμαργη κατασπάραξη από τηλεοράσεως της ψυχής και της μνήμης ενός νεκρού!

Η Φύση σέβεται τα πλάσματά της. Οι τρόποι με τους οποίους τα μεταχειρίζεται τόσο εν ζωή, όσο και μετά θάνατον είναι σοφά μετρημένοι και ηθικά αδέκαστοι. Δεν αντέχει να βλέπει ένα νεκρό της πλάσμα να κείται σκανδαλιστικά ακίνητο και άψυχο πάνω στη γη. Το συμπονά και στέλνει τα όρνεα και τα σμήνη των εντόμων και των μικροβίων της να το διαλύσουν, να το αφανίσουν. Κανείς νεκρός δε θα ήθελε να υπάρχει σαν άψυχο πτώμα, παρά μονάχα σαν γλυκιά θύμηση, σαν αέρας, σαν ιπτάμενη, μετεωριζόμενη σκέψη. Η Φύση πάντοτε φροντίζει γι’ αυτό: αποσυνθέτει την ύλη, μα απελευθερώνει την ψυχή.

Κι όμως, ποτέ άλλοτε ως τώρα η Φύση δεν έμοιαζε τόσο ανεπαρκής μες στην αργοπορία και τους ράθυμους ρυθμούς των διεργασιών της. Ποτέ άλλοτε η ψυχή δεν αποσυντιθόταν γρηγορότερα από τη σάρκα, όπως στις μέρες μας. Ποτέ ως τώρα ο Θάνατος δεν άγγιζε τόσο γρήγορα την ελευθερωμένη από το σώμα ψυχή για να την καρατομήσει με την κοφτερή λεπίδα του δρεπανιού του. Γιατί, πλέον, έχουν εμφανιστεί νέα είδη όρνεων, μικροβίων και πτωματοφάγων εντόμων, που εφορμούν κι επιτίθενται κατά μυριάδες και κατά ορδές στην ελκυστική θέα του πρόσφατου θανάτου. Ο νέος Θάνατος δεν ελκύεται πια από την οσμή του πτώματος, δεν περιμένει να αφουγκραστεί την αμετάκλητη παύση της αναπνοής, δεν κάνει καν τον κόπο να θέσει το δάκτυλό του στην καρωτιδική αρτηρία για να βεβαιωθεί για την έλλειψη σφυγμού, ούτε να ανασπάσει τα βλέφαρα για να βεβαιωθεί για τη μυδρίαση των κορών. Ο νέος Χάροντας δεν ενδιαφέρεται καν για το τι θα απογίνει το νεκρό σαρκίο. Καραδοκεί νυχθημερόν, ελλοχεύει μες στην αθέατη γωνιά του και ορμά σε κλάσματα του δευτερολέπτου για να πάρει μαζί του στον Άδη την Ψυχή του νεκρού, δίχως έλεος, δίχως σεβασμό.

Είναι η εποχή της «τηλεοπτικής αποσύνθεσης των πτωμάτων».

Η νέας μορφής μεταθανάτια σήψη κι αποσύνθεση έχει τους κανόνες της, υπακούει σε δικά της θεωρήματα κι αξιώματα, έχει αναχθεί σε πραγματική επιστήμη. Η διασημότητα, που εν ζωή είναι ευλογία, γίνεται κατάρα μετά θάνατον. Η διασημότητα λειτουργεί, πλέον, όπως η οσμή. Ελκύει δημοσιογράφους, καλλιτέχνες και κάθε λογής όρνεα και έντομα μες σε ελάχιστο χρόνο. Η ψυχική αποσύνθεση έχει τα εξής στάδια:

Αρχικά διακόπτεται η κανονική ροή του τηλεοπτικού προγράμματος σε όλους τους σταθμούς της χώρας. Ο επιβλητικός ήχος των τίτλων «Έκτακτη Επικαιρότητα» αντηχεί σε όλους τους δέκτες, όμοια όπως η σάλπιγγα των αγγέλων της Αποκάλυψης. Το πρώτο όρνεο κάνει την εμφάνισή του. Είναι ένας δημοσιογραφίσκος δεύτερης γραμμής με συντετριμμένη έκφραση. Αναγγέλει το δυστυχές γεγονός. Από ένα κινητό τηλεοπτικό συνεργείο που μεταφέρεται αέναα στους δρόμους της πόλης με ένα βαν ξεπετάγονται άλλα πέντε-έξη όρνεα με κάμερες και μικρόφωνα. Μέχρι να το πάρει κανείς είδηση έχουν ήδη βρεθεί στον τόπο του εγκλήματος και μεταδίδουν αμοντάριστα πλάνα. Το όρνεο του στούντιο συνομιλεί με τα ομοειδή του στον τόπο του ρεπορτάζ. Αυτή είναι η πρώτη φάση της σήψης. Ο θάνατος αναγγέλεται μονάχα ως γεγονός. Εικασίες δεν έχουν προλάβει να γίνουν, έχουν, ωστόσο, αρχίσει να «μαγειρεύονται» στο παρασκήνιο. Ο δημοσιογραφίσκος της δεύτερης γραμμής διακατέχεται από την έκσταση του αγγελιοφόρου που ξέπνοος φωνάζει πρώτος το «νενικήκαμεν» και πέφτει νεκρός στο χώμα μιας και ο ρόλος του έχει ολοκληρωθεί και δεν έχει κανένα άλλο λόγο να ζήσει περαιτέρω.

Ο νεκρός δεν είναι πια στον τόπο του εγκλήματος. Ο θάνατός του είναι βίαιος και γι’ αυτό έχει μεταφερθεί στο νεκροτομείο για νεκροψία και νεκροτομή. Τα αίτια του θανάτου του πρέπει να εξακριβωθούν. Παρά ταύτα, ο τόπος του εγκλήματος συνεχίζει να ελκύει όλο και περισσότερα πτωματοφάγα έντομα και όρνεα. Οι ανταποκριτές από όλα τα τηλεοπτικά δίκτυα βρίσκονται όλοι εκεί και έχουν από ώρα αρχίσει να διαβρώνουν το νεκρό. Το φιλοπερίεργο πλήθος συνωθείται στη σκηνή του εγκλήματος. Θρήνοι δεν ακούγονται, παρά μονάχα ένας διάχυτος ψίθυρος από δεκάδες στόματα με χαρακτήρα ερωτηματικό, θαυμαστικό, ή αμήχανο. Αυτό είναι το δεύτερο σμήνος των πτωματοφάγων εντόμων.

Στα τηλεοπτικά παράθυρα κάνουν αίφνις την εμφάνισή τους παιδικοί φίλοι, συνεργάτες, ομοϊδεάτες, πρώην συμβίοι ή σύζυγοι. Αυτοί είναι το τρίτο σμήνος. Μοιάζουν συντετριμμένοι, ψυχικά καταρρακωμένοι, αιφνιδιασμένοι… ορφανοί… «Η Τέχνη έχασε ένα πολύτιμο κι αναντικατάστατο μέλος της», λέει κάποιος με ύφος απελπισμένο. «Δε θα βρεθεί κανείς άλλος να τον αντικαταστήσει», διαρρηγνύει τα ιμάτιά του κάποιος άλλος. Το όρνεο που συντονίζει τη συζήτηση κρατά καλά τις ισορροπίες ανάμεσα στους καλεσμένους και τα τρέχοντα γεγονότα στον τόπο του εγκλήματος και εστιάζει περίτεχνα από το στούντιο στον τόπο του γεγονότος και τ’ ανάπαλιν. Η φάση αυτή της αποσύνθεσης είναι χρονοβόρος. Βλέπεις… τα σμήνη των πτωματοφάγων εντόμων του καλλιτεχνικού στερεώματος έχουν προσελκυθεί όλα ταυτόχρονα και συνωθούνται τριγύρω από ένα τηλεοπτικό παράθυρο, αλληλοσπρωχνόμενοι για έναν επικήδειο λόγο, για μια προσωπική μαρτυρία, για την ατομική νεκρολογία. Μόλις ο καθένας απ’ αυτούς αρπάξει ένα μικρό κομμάτι σαρκικού σπαράγματος από τον αποβιώσαντα και το αναμασήσει με ηδονή στο στόμα του, αισθάνεται αδήριτη την ανάγκη να βροντοφωνάξει την προσωπική του μαρτυρία, μετρά το χρόνο που γνώριζε τον εκλιπόντα και τον βγάζει μεγαλύτερο από τον αντίστοιχο χρόνο των συνομιλητών του. Η πολύβουη αρένα των εκφωνούντων τη νεκρολογία είναι κατάφορτη και τα σκοινιά της πάνε να σπάσουν από την πίεση των αντιμαχόμενων εντός της.

Το τέταρτο και πιο επικίνδυνο σμήνος διπτέρων, κολεόπτερων και αραχνοειδών κάνει την εμφάνισή του εντός της ίδιας κιόλας ημέρα. Είναι οι μάχημοι ρεπόρτερς που έχουν διασκορπιστεί σε διάφορα σημεία της χώρας, απ΄ όπου είχε περάσει εν ζωή ο δυστυχής εκλιπών και αναμεταδίδουν με κομμένη την ανάσα, σαν να επρόκειτο για διαγωνιζόμενο της Eurovision που χοροπηδά ξέφρενα και ταυτόχρονα τραγουδά, τις τελευταίες ειδήσεις από το αστυνομικό δελτίο. Είναι η ώρα για την έρευνα να πάρει μια νέα τροπή, πιο «αξιόλογη» και πιο «πιπεράτη» από ειδησεογραφικής απόψεως. Είναι η ώρα που πρωτοακούγονται «στον αέρα» λέξεις και φράσεις κλειδιά για τη διαλεύκανση της υπόθεσης, όπως «φόνος», «21 μαχαιριές», «έγκλημα πάθους», «γυμνός στο κρεβάτι», «ξεκαθάρισμα λογαριασμών του υποκόσμου της μαφίας των ναρκωτικών» και τα παρόμοια. Μερικά από τα δίποδα μικρόβια της ηθικής σήψης έχουν προφτάσει να συγκεντρωθούν στη γενέτειρα πόλη του πεθαμένου. Γύρω τους συναθροίζονται παιδικοί φίλοι, συγγενείς κάθε βαθμού συγγένειας και απλοί γνώριμοι που ο καθένας διεκδικεί ένα μικρό μερίδιο από τη σάρκα του νεκρού. Η ενημέρωση είναι πολύπλευρη, πολυδιάστατη. Υπάρχει έδαφος για όλες τις απόψεις, θετικές κι αρνητικές. Ωστόσο, τα δικαιώματα του νεκρού προασπίζονται μέχρις εσχάτων από τον κεντρικό συντονιστή-δημοσιογράφο του στούντιο, που ενώ αφήνει να ακουστούν και οι αρνητικές απόψεις, εντούτοις γνωρίζει πολύ καλά να τις διακόπτει με ύφος προσποιητά αυστηρό κι εκνευρισμένο, αφού φροντίσει πρώτα να βγει το αρνητικό και δυσφημιστικό συμπέρασμα κι αφού βεβαιωθεί πως ο τηλεθεατής έχει προφτάσει να λάβει το μήνυμα. Η πολιορκία της πατρικής κατοικίας του νεκρού καλλιτέχνη είναι αφόρητη. Κανείς δεν γνωρίζει για πόσο χρόνο θα αντέξουν οι πολιορκημένοι, έτσι όπως επιμένουν να παραμένουν κρυμμένοι στη φωλιά τους μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας, καταναλώνοντας οι άμοιροι τα τελευταία αποθέματα των τροφών τους.

Έπειτα, έρχεται η ώρα για το πέμπτο σμήνος. Ο δευτεροκλασάτος δημοσιογράφος-συντονιστής φεύγει από το στούντιο κακήν κακώς προκειμένου να αδειάσει ο θρόνος όπου θα στρογγυλοκαθίσει ο πρωτοκλασάτος δημοσιογράφος του κεντρικού δελτίου ειδήσεων. Παίρνει να πέφτει η νύχτα και το λυκόφως έξω στην πόλη βάφει με ένα μυστηριακό και μεταφυσικό χρωματικό τόνο τα τσιμεντένια κτίρια εντός των οποίων βρίσκονται καθηλωμένοι στους τηλεοπτικούς δέκτες χιλιάδες τηλεθεατές διψασμένοι για «ενημέρωση». Το ύφος του συντονιστή των ειδήσεων είναι επίσημα τεθλιμμένο, αυστηρά θρηνητικό, με μια ιδέα συγκρατημένης σύσπασης των μυών του προσώπου. Οι καλεσμένοι στα παράθυρα είναι τώρα άλλοι, απ’ αυτούς που ανήκουν στο στρατόπεδο των υποχθόνιων επικριτών της καλλιτεχνικής και προσωπικής πορείας του νεκρού. «Σε όλη του τη ζωή ήταν ένας ΞΕΝΟΣ» παραδέχεται με λύπη κάποιος. «Ήταν ένας άνθρωπος με πάθη», συνυπογράφει κάποιος άλλος. «Ήταν ένας ευγενικός γνήσιος άνθρωπος που, ωστόσο, έμενε κλεισμένος στον εαυτό του και σπάνια έβγαινε στις τηλεοράσεις», έρχεται να συμπληρώσει το παζλ ένας τρίτος. Αυτό το πέμπτο σμήνος τρώει αδηφάγα από τη σάρκα του πτώματος και, καθώς αναμασά τους ιστούς με τα δόντια του, κουνά παράλληλα το κεφάλι με συγκαταβατική θλίψη. Στο κάτω μέρος της οθόνης αναγράφεται μες σε κόκκινη κορδέλα η επικήδειος φράση: «Στη ζωή του ήταν ένας ΞΕΝΟΣ». Κρίμα που δε ζει ο Albert Camus για να χαρεί που άποψή του επιβεβαιώνεται. Αν τόσοι «ξένοι» που υπάρχουν σε τούτη τη ζήση γνώριζαν ο ένας τον άλλο, θα έκαναν παρέα μεταξύ τους και θα έπαυαν να είναι πια ξένοι…

Πριν οι δείκτες του ρολογιού χτυπήσουν δώδεκα τα μεσάνυχτα η αποσύνθεση του πτώματος έχει ολοκληρωθεί στο μεγαλύτερο ποσοστό. Δεν έχουν απομείνει παρά μονάχα κάποια κομμάτια από τους τένοντες που μένουν ακόμη κολλημένα στα οστά και κάποια ράκη από εν τω βάθει μύες που κουνιούνται ρυθμικά στο φύσημα του αγέρα. Η αποσύνθεση θα ολοκληρωθεί μες στις επόμενες μία ως δύο μέρες. Τα όρνεα, τα έντομα και τα βακτήρια της Φύσης θα μείνουν γι’ άλλη μια φορά νηστικά και δίχως ρόλο. Πόσο ανεπαρκή έχουν αποδειχθεί…



Εις μνήμη Νίκου Σεργιανόπουλου (ηθοποιού). Ας αναπαυτεί εν ειρήνη...

Δευτέρα 2 Ιουνίου 2008

Το μυθιστόρημα ' Ίρις ' της Σουζάνας Χατζηνικολάου

Μ' αυτή την ανάρτηση θέλω να κάνω μια ανακοίνωση:


Είμαι πολύ χαρούμενος που η συνεργάτιδα του blog μου, Σουζάνα Χατζηνικολάου, αποφάσισε να δημοσιεύσει το μυθιστόρημα φαντασίας "Ίρις" φτιάχνοντας ένα blog με μοναδικό θέμα του αυτό το μυθιστόρημα. Κάθε ανάρτηση αυτού του blog είναι και ένα κεφάλαιο του μυθιστορήματός της. Θα το βρείτε στο παρακάτω link:

http://souzywrite.blogspot.com/

Για μένα αυτό το μυθιστόρημα σηματοδοτεί μια ολόκληρη εποχή γεμάτη από ευχάριστες εκπλήξεις, αλλά και αποκαρδιωτικές στιγμές. Αν είναι καλό ή κακό, ευχάριστο ή ανιαρό, ευφάνταστο ή τετριμμένο, παραμυθένιο ή ρεαλιστικό, αυτό μένει να το κρίνει ο αναγνώστης. Ένα, όμως, είναι αυτό που δε μπορεί να κριθεί από κανέναν και σε καμία περίπτωση δεν είναι διαπραγματεύσιμο: Η συγγραφέας του "Ίρις" έβαλε όλη την ψυχή της και την έκλεισε μες στις γραμμές του, μες στις καρδιές των ηρώων του, μες στα τοπία και τον φανταστικό κόσμο του.

Εγώ μπορώ μονάχα να την ευχαριστήσω ολόψυχα για τις όμορφες στιγμές που ζήσαμε μαζί όσο διαρκούσε η συγγραφή του και για τις ατέλειωτες συζητήσεις που κάναμε πάνω σ' αυτό και που με έκαναν να αναθεωρήσω πολλές απόψεις για λογοτεχνικές νόρμες και "δόγματα" στα οποία πίστευα ως τότε.