Τρίτη 11 Δεκεμβρίου 2007

Αποτελέσματα 26ου Διαγωνισμού ΠΕΛ

Από το Blog του κου Νίκου Κρητικού,
http://nikoskritikoublog.blogspot.com/2007/12/26.html
έγινε εφικτό να βρεθούν τα ονόματα των επιτυχόντων του 26ου Διαγωνισμού της ΠΕΛ. Τρομερό… δεν είναι;

Στην όλη χαρμολυπηρή ιστορία του συγκεκριμένου διαγωνισμού μου έκαναν εντύπωση δύο γεγονότα, τα οποία, από σεβασμό και μόνο στις «λαθραίες» ελπίδες τόσων δεκάδων ή εκατοντάδων ανθρώπων που συμμετείχαν, νιώθω την υποχρέωση να τα αναφέρω. Και καθώς συμβαίνει να πιστεύω πως ο σύγχρονος Έλληνας συγγραφέας (ή επίδοξος συγγραφέας) έχει πολλάκις υποστεί μύριους εξευτελισμούς από συντεχνίες αυτού του είδους και, παρόλα αυτά, κάθε φορά επιμένει να πίνει το ίδιο νερό από την πηγή της Λήθης και να συνεχίζει το κακοτράχαλο μονοπάτι της υπομονής, γι αυτό θα παρακαλούσα όποιος διαβάσει τις παρακάτω γραμμές να μη βιαστεί να με κατηγορήσει για κακοπιστία και κακεντρέχεια. Όχι, δεν ισχύει τίποτα από αυτά. Πρόκειται απλώς για συσσωρευμένη αγανάκτηση, μια ουσία τόσο καθαρή, όπως κάθε απόσταγμα πολύωρου βρασμού μπορεί να είναι.

- Τι σημαίνει ΠΕΛ;
- Πανελλήνια Ένωση Λογοτεχνών, είναι η απάντηση.
- Και το λοιπόν;
- Τι εννοείς, φίλε μου; Μήπως δεν ξέρεις ελληνικά;
- Τουναντίον, θαρρώ πως ξέρω αρκετά. Συν τοις άλλοις, κάθε μέρα ασκούμαι όσο περισσότερο περνά από το χέρι μου για να μάθω όλο και περισσότερα ελληνικά.
- Ε, τότε φαντάζομαι δε χρειάζεται περαιτέρω επεξήγηση…
- Φυσικά και χρειάζεται.
- Α, μα εσύ θα με βγάλεις από τα ρούχα μου! Τι θέλεις να πεις;
- Θέλω να πω αυτό και μόνο: τι σημαίνει ΜΕΛ;
- Τι σημαίνει;
- Σημαίνει: Μελλοντικός Έλληνας Λογοτέχνης.
- Και ποιος είναι αυτός;
- Να, λοιπόν, που έρχεσαι στην αρχική μου ερώτηση. Θα σου απαντήσω με μια ερώτηση: Ποιοι είναι η ΠΕΛ;
- Την κολοκυθιά θα παίξουμε, άνθρωπέ μου; Με σκότισες… τι θέλεις, τέλος πάντων;
- Ηρέμισε, φίλε μου. Δεν επιθυμώ επ’ ουδενί να λογομαχήσω μαζί σου. Θέλω απλά να με διαφωτίσεις για το ποιοι συστήνουν αυτή την Ένωση, ποιοι είναι όλοι αυτοί οι «μεγάλοι» κριτές; Μήπως είναι λογοτέχνες; Μήπως, πάλι, είναι κριτικοί λογοτεχνίας; Μην είναι απλά φιλόλογοι; Τι είναι όλοι αυτοί οι μυστήριοι άνθρωποι που αυτοαποκαλούνται κριτές και διοργανώνουν φιέστες και διαγωνισμούς;
- Γιατί θέλεις να μάθεις;
- Κάποιος που πέφτει νεκρός από μια αδέσποτη σφαίρα δε θέλει να μάθει ποιος είναι ο δολοφόνος του;
- Ματαιοδοξίες. Ποιος ο λόγος να μάθεις ποιος σε σκότωσε αφού ούτως ή άλλως θα πεθάνεις;
- Σ’ αυτό το σημείο, θαρρώ δεν έχεις και άδικο. Αλλά, να… φαντάσου για μια στιγμή πως είσαι οικοδέσποινα και δεξιώνεσαι όλο τον καλό κόσμο στο σπίτι σου. Για τη γιορτή έχεις αφιερώσει όλη τη μέρα με προετοιμασίες και έχεις επιστρατεύσει όλη τη μαγειρική σου δεξιοτεχνία για να φτιάξεις το καλύτερο έδεσμα σύμφωνα με τις δυνατότητές σου. Οι καλεσμένοι έρχονται μεταμφιεσμένοι έτσι που δε μπορείς να ξεχωρίσεις ανάμεσά τους ούτε ένα γνωστό σου πρόσωπο. Τρώνε, πίνουν και, δίχως καν να σε χαιρετήσουν, φεύγουν. Μένεις, λοιπόν, με την απορία αν τους άρεσε ή όχι το φαγητό που έφτιαξες. Πώς θα ένιωθες;
- Σίγουρα απαίσια.
- Κάνε την αναγωγή… δεν είναι δύσκολο…
- Μη μου συμπεριφέρεσαι σα να είμαι βλάκας. Κατάλαβα τι θέλεις να πεις. Ε, λοιπόν, σε διαβεβαιώ πως δε μ’ ενδιαφέρει καθόλου η σύσταση της συγκεκριμένης Ένωσης. Ένωση Λογοτεχνών είναι εξάλλου. Δε θα μπορούσαν σε καμία περίπτωση να είναι ένα τσούρμο αστοιχείωτοι με ψεύτικες δάφνες επί κεφαλής. Α, όλα κι όλα, εγώ οργανώσεις με τέτοια βαρύγδουπα ονόματα τις σέβομαι!
- Εσύ έστειλες κάποιο κείμενό σου στο Διαγωνισμό;
- Ναι, έστειλα.
- Και τι έγινε;
- Τίποτα…
- Τι εννοείς «τίποτα»;
- Αυτό ακριβώς που σημαίνει η λέξη «τίποτα». Ούτε πληροφορήθηκα πότε θα έβγαιναν οι νικητές, ούτε πού και πότε επρόκειτο να λάβει χώρα η τελετή βραβεύσεων, ούτε ποια τύχη περιμένει το περιφρονημένο μου έργο… τίποτα… τίποτα σου λέω.
- Και δε σε ενοχλεί όλη αυτή η κατάσταση;
- Όχι, γιατί κάθε φορά έτσι είναι. Είτε στέλνεις το έργο σου σε κάποιο εκδοτικό οίκο, είτε σε κάποιο διαγωνισμό, δεν έχεις να περιμένεις τίποτα απολύτως, παρά μονάχα απόλυτη καταφρόνια και απαξίωση. Δε σου απαντά κανείς, δε σε ενημερώνει κανείς, δεν ασχολείται κανείς μαζί σου.
- Και τότε ποιος ο λόγος να συνεχίζεις να προσπαθείς με την ίδια γαϊδουρινή υπομονή; Γιατί δεν παραιτείσαι;
- Γιατί δε μπορώ να το κάνω, είναι πέρα από τις δυνάμεις μου. Έχεις δικό σου παιδί; Αν έχεις, δεν είσαι, άραγε, περήφανος γι αυτό; Δε θες να το αρπάξεις από τα χέρια της μαίας, ακόμη κι αν είναι πλημμυρισμένο στο αμνιακό υγρό και τα αίματα, ακόμη κι αν μένει δεμένο με τον ομφάλιο λώρο με τα σωθικά της μάνας του, και να το δείξεις σε όλο τον κόσμο; Μπορεί να είναι το πιο κακομούτσουνο και κακοσχηματισμένο βρέφος. Μπορεί όσοι το δουν να μη μπορέσουν να κρύψουν ένα έστω ανεπαίσθητο μορφασμό αποτροπιασμού. Για σένα, όμως, είναι το μωρό σου, το παιδί σου, το δημιούργημά σου. Όμοια είναι η περίπτωση του συγγραφέα. Για τούτο και δε με νοιάζει, πλέον, το πώς με αντιμετωπίζουν. Είμαι υποχρεωμένος να συνεχίσω την προσπάθεια. Κάποτε θα πετύχω…

Κεκλισμένων των θυρών, λοιπόν. Άλλος ένας διαγωνισμός που ολοκληρώθηκε μες στο άβατο κάποιου λόμπυ πεφωτισμένων, μιας απρόσιτης «ιντελιγκέντσιας» που κοιτά τους ανθρώπους αφ’ υψηλού, από τα ολύμπια υψίπεδα της δυσπρόσιτης διανόησης. Και είναι τέτοια η ακαταδεξία αυτού του αστερισμού, που απαγορεύει στον φτεροπόδαρο Ερμή να τα αγγείλει στα αυτιά της μάζας. Γιατί, ας μη γελιόμαστε, ο Ερμής της εποχής μας, ο σύγχρονος ταχυδρόμος για νέα τέτοιου είδους δεν είναι μήτε τόσο η τηλεόραση, μήτε ο έντυπος τύπος, παρά κυρίως το διαδύκτιο. Η αναγγελία για το Διαγωνισμό, κατάφερε να φτάσει στις περισσότερες οθόνες, έστω και καθυστερημένη. Η γνωστοποίηση των αποτελεσμάτων, αλίμονο, δεν έφτασε ποτέ. Κι όταν έφτασε ήταν ήδη ληξιπρόθεσμη. Αν αυτό δεν είναι απαξίωση των κόπων και των προσδοκιών δεκάδων, ή εκατοντάδων ανθρώπων, τότε τι μπορεί να είναι; Ρωτώ… δε θέλω απάντηση.

Τελικά, μετά από όλα αυτά μένει μια πικρή γεύση στη βάση της γλώσσας. Μια πικρία που δεν αντισταθμίζεται εύκολα. Οι νέοι «πάππες» εξελέγησαν. Το ξέρουμε από το λευκό καπνό που αναδύεται από το «Βατικανό» της Λογοτεχνίας. Αλίμονο, όμως, μην πλησιάσετε εκεί, η ελβετική φρουρά θα σας ξαποστείλει από ‘κει που ήρθατε.

Υπάρχει και ένα δεύτερο θέμα που ενέκυψε απ’ αυτό το γεγονός: είναι η διάκριση «Διαγωνισμού» και «Εξέτασης», η οποία ως φαίνεται καταστρατηγήθηκε με άκομψο τρόπο. Οποτεδήποτε υπάρχουν κάποιοι υποψήφιοι για κάποιο τίτλο εγείρεται το εξής δίλημμα: Θα υποβληθούν σε διαγωνισμό ή σε εξέταση; Τυγχάνει αυτές οι δύο έννοιες να έχουν σημαντική σημασιολογική διαφορά μεταξύ τους.

Ο διαγωνισμός προϋποθέτει συγκεκριμένο αριθμό τίτλων βραβεύσεως, ας τις ορίσουμε ως Χ. Δεχόμαστε ότι οι υποψήφιοι είναι Ψ (Ψ>Χ). Στην επιστήμη της Στατιστικής υπάρχει μια καμπύλη αποτελεσμάτων ενός αριθμητικού μεγέθους που ονομάζεται καμπύλη Gauss ή, περιγραφικά, κωδωνοειδής καμπύλη, μιας και ο μεγαλύτερος αριθμός παρατηρήσεων συσσωρεύεται κοντά στη μέση τιμή του αριθμητικού μεγέθους και οι λιγότερες εξ’ αυτών κοντά στις δυο ακραίες τιμές (τη μικρότερη και τη μεγαλύτερη). Τα αποτελέσματα ενός διαγωνισμού προκύπτουν από μια τέτοια μαθηματική καμπύλη. Με άλλα λόγια, οι Χ τίτλοι βράβευσης ΠΡΕΠΕΙ να δοθούν σε Χ από τους Ψ υποψηφίους. Δεν έχει σημασία πόσο αξιόλογο και αξιοβράβευτο είναι το έργο του πρώτου εκ των Χ υποψηφίων, γιατί αυτό θα θεωρηθεί ως «άριστο» και νομοτελειακά θα έπονται κατά φθίνουσα αξιολογική σειρά οι υπόλοιποι (Χ-1) υποψήφιοι για να λάβουν το «χρίσμα» που αναλογεί στον καθένα τους.

Η εξέταση προϋποθέτει μια κοινώς αποδεκτή βάση επιτυχίας, ας την ορίσουμε ως Ζ. Δεχόμαστε και πάλι ότι οι υποψήφιοι είναι Ψ. Αυτή τη φορά τα μεγέθη Ζ και Ψ δεν ταυτίζονται εννοιολογικά, καθότι το πρώτο είναι ένας αριθμός που ανήκει στο φάσμα όλης της έκτασης ορισμένων βαθμολογικών μονάδων, ενώ το Ψ είναι ένας αριθμός που περιγράφει αριθμητικά πλήθος ανθρώπων. Το αξιολογικό κριτήριο είναι το κυρίαρχο στην περίπτωση αυτή. Υπάρχει η πιθανότητα κανείς από τους Ψ υποψηφίους να μην καταφέρει να αγγίξει το βασικό αξιολογικό κριτήριο, κάτι που θα έχει φυσικά ως αποτέλεσμα κανείς από τους υποψηφίους να μη λάβει τελικά κανένα τίτλο βράβευσης. Αν ο αριθμός «10» οριστεί αυθαίρετα ως «άριστα», κάτι που σε κάποιο λογοτεχνικό διαγωνισμό ταυτίζεται με το λεγόμενο 1ο βραβείο, τότε υπάρχει η πιθανότητα κανείς υποψήφιος να μη θεωρηθεί ικανός να το κατέχει.

Μπορεί να ήταν μακροσκελής η ανωτέρω ανάλυση, αλλά θεωρώ πως ως τέτοια και μόνο ήταν απολύτως αναγκαία. Στο Διαγωνισμό, λοιπόν, αυτό δεν υπήρξαν Α’ και Β’ βραβεία στον τομέα του Μυθιστορήματος. Κάποιοι αποδίδουν το γεγονός στην αυστηρότητα και την αξιολατρεία της κριτικής επιτροπής, που, θεωρώντας πως δεν υπήρξαν συμμετοχές του επιπέδου που αρμόζει στα Α’ και Β’ βραβεία, προτίμησαν να μην τα απονείμουν σε κανένα υποψήφιο. Πώς σας φαίνεται αυτό; Αναρριγώ όταν αναλογίζομαι τα ακαδημαϊκά, μουντά προσωπεία τους και τα απηνή, ζοφερά βλέμματά τους. Εντούτοις, παρά την παντογνωσία τους, μπέρδεψαν οικτρά την έννοια του Διαγωνισμού με την έννοια της Εξέτασης, τροπή που δικαιώνει εκείνο το μεγάλο στρατηλάτη για τη ρήση του πως η σοβαρότητα από τη γελοιότητα απέχουν όσο μια λεπτή κλωστή.

Κανείς δε μπορεί να εξετάσει έναν άνθρωπο που γράφει. Κανείς δε μπορεί να τον μαλώσει ή να του προσάψει οποιαδήποτε κατηγορία περί ανεπάρκειας. Αυτό που μπορεί να δοκιμάσει μονάχα ο Χρόνος, δε μπορεί να κρίνει κανείς άνθρωπος.

Όταν σε ένα Διαγωνισμό δε δίνεις τα δύο πρώτα βραβεία θεωρώντας το επίπεδο των διαγωνιζομένων «χαμηλό», τότε καλύτερα να τα κρατήσεις για τον εαυτό σου και να τα κλειδαμπαρώσεις κάπου απ’ όπου δε θα ξαναβγούν ποτέ. Κρύψου κι εσύ στην ίδια χαμοκέλα και γίνε ο φύλακάς τους στην αιωνιότητα…

Δεν υπάρχουν σχόλια: